Πως η προσωπική εμπειρία με τη μητέρα μας επηρεάζει τη σχέση μας με το παιδί μας

Γράφει ο Πέτρος Ψυχουντάκης, σύμβουλος – ψυχολόγος, συνεργάτης της ΡΕΑ

 
Σε ένα βιολογικό και εμφανές επίπεδο, φτιαχνόμαστε στο σώμα της και από το σώμα της μητέρας μας. Σε ένα δεύτερο ψυχολογικό επίπεδο, η μητέρα αποτελεί μέρος της προσωπικότητάς και του ψυχισμού μας. Το πώς βλέπουμε τον εαυτό μας, η αυτοεκτίμησή μας, οι υποσυνείδητες πεποιθήσεις μας για τις σχέσεις επηρεάζονται σε ένα μεγάλο ποσοστό από εκείνη. Δεν αποτελεί τη μοναδική επιρροή, αλλά είναι το βασικό θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζονται όλα τα παραπάνω.  
 
Με τον όρο μητέρα δεν περιοριζόμαστε μόνο στη βιολογική μητέρα, αλλά σε οποιοδήποτε άτομο έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη συναισθηματική-βιολογική μας φροντίδα. Μπορεί να είναι ο γονιός που υιοθετεί, η γιαγιά, ο πατέρας, ή και άνθρωποι εκτός του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος (θείοι, δάσκαλοι, φίλοι, κλπ).
 
Επαναλαμβάνουμε την εμπειρία μας 
 
Εάν η εμπειρία μας έχει υπάρξει επί το πλείστον τοξική μαζί με τη μητέρα, έχουμε πολλές πιθανότητες να την επαναλάβουμε με το παιδί μας. Η επιλόχεια κατάθλιψη, το έντονο άγχος, οι φοβίες, τα αμφιθυμικά συναισθήματα, ή ακόμα και η αδυναμία να υπάρξει εγκυμοσύνη εφόσον δεν υπάρχουν ιατρικοί παράγοντες, είναι συχνά συμπτώματα στις νέες μητέρες. Πολύ συχνά, απορρέουν από τις δικές μας εσωτερικευμένες εμπειρίες με τη μητέρα μας, οι οποίες απλά περιμένουν να βρουν έδαφος και αναπαραχθούν. Εάν το βασικό θεμέλιο είναι θρεπτικό ή τοξικό, αυτό καθορίζεται από την ποιότητα της αλληλεπίδρασής μας μαζί της. Δεν είναι τόσο οι πράξεις της που είναι σημαντικές, αλλά η ενεργειακή της παρουσία και η αγάπη της. Π.χ. Είναι αφηρημένη ή θυμωμένη όταν ταΐζει το μωρό της; Όταν είναι συναισθηματικά παρούσα, τότε το γάλα της και η καρδιά της θα έχουν την ίδια γλυκιά γεύση.  Όταν είναι συναισθηματικά απούσα, το μωρό ενδεχομένως να μην νοιώθει τόσο καλά που λαμβάνει το γάλα, είτε γιατί η μητέρα το δίνει με δυσκολία, είτε γιατί υπάρχει κάτι μη επιθυμητό στην αλληλεπίδρασή της με το μωρό. 
 
Η τέλεια μητέρα
 
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να διευκρινιστεί ότι η μητέρα δεν χρειάζεται και δεν μπορεί να είναι τέλεια. Η τελειότητα καθορίζεται μέσα από τα μάτια του μωρού και εξαρτάται από το κατά πόσο η μητέρα του αναγνωρίζει και ικανοποιεί τις ανάγκες του. Η βασική δουλειά μιας αρκετά καλής μητέρας είναι να μπορεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες του μωρού και να είναι συγχρονισμένη μαζί του. Εξίσου, να μπορεί να «διορθώσει» τις φορές που υπήρξε αποσυντονισμένη (γιατί δικαιολογημένα θα υπάρχουν, αρκεί να μην αποτελούν καθημερινότητα), ώστε να αποκαθίσταται η επικοινωνία μαζί του. Δεν χρειάζεται πάντα να είναι σωστή, αλλά να ξέρει πώς να επανορθώνει.
 
Σε αυτήν την προσπάθεια, έχει σύμμαχο το παιδί της. Τα μωρά έρχονται στον κόσμο με μια έντονη ανάγκη και ικανότητα να συνδέονται και να σχετίζονται με τη μητέρα τους. Επίσης, είναι γενετικά «προγραμματισμένα» με τέτοιον τρόπο, ώστε να συνεχίζουν την προσπάθεια να σχετιστούν, όταν κάτι πάει στραβά. Και όσο ενδυναμωτικό είναι για ένα μωρό να μπορεί να διορθώσει τις αναπόφευκτες «διακοπές» στην επικοινωνία, άλλο τόσο αποκαρδιωτικό είναι να διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να επανακτήσει επικοινωνία: καταλήγει με ένα συναίσθημα ανικανότητας και αποθάρρυνσης σχετικά με τις σχέσεις και απογοήτευσης σχετικά με το πόσο μπορούν να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του. 
 
Μηνύματα κυριαρχικής σημασίας
 
• Χαίρομαι που είσαι εδώ!
Όταν το μωρό δεν αισθάνεται καλοδεχούμενο ή επιθυμητό, είναι πιθανόν να καταλήξει στο «καλύτερα να μην ήμουν εδώ». Μπορεί να αναπτυχθεί φόβος εγκατάλειψης και υπάρχει η αίσθηση ότι δεν υπάρχει σταθερό έδαφος να πατήσει.
• Σε βλέπω!
Όταν μια μητέρα διαρκώς δεν «βλέπει» το μωρό της και άρα δεν καταλαβαίνει τις ανάγκες του, αυτό μπορεί να νοιώσει αόρατο και αβέβαιο ότι όντως υπάρχει και είναι αληθινό. Το συναίσθημα της ανυπαρξίας μπορεί να είναι λεπτό και υποσυνείδητο ή έντονο και αποπροσανατολιστικό.
• Είσαι ξεχωριστός/η για εμένα!
Όταν το μωρό δεν αισθάνεται ξεχωριστό για τους γονείς του δεν αισθάνεται  λατρεμένο για αυτό που είναι.
• Σε σέβομαι!
Όταν το μωρό αισθάνεται ότι τα όρια, οι προτιμήσεις και οι δυνατότητες του δεν είναι σεβαστές, δεν μαθαίνει να τα σέβεται ούτε στον εαυτό του. Είναι πιθανόν να αναπτύξει ένα συναίσθημα αναξιότητας και ντροπής ή να αποτύχει να αναπτύξει το δυναμικό του. Επίσης, μπορεί να μεγαλώσει και να γίνει πολύ εξυπηρετικό και διαθέσιμο στους άλλους, παρά να υπερασπίζεται τα όριά του.
• Σε αγαπώ!
Με την απουσία επαρκούς αγάπης, είναι πιθανόν το παιδί να σκεφτεί ότι δεν μπορεί να αγαπηθεί όπως είναι. Σαν αποτέλεσμα, μπορεί να προσαρμόζεται ή να συμμορφώνεται σε αυτό που οι άλλοι θέλουν, γιατί με αυτόν τον τρόπο ενδεχομένως θα αγαπηθεί.
• Οι ανάγκες σου είναι σημαντικές για εμένα. Είμαι εδώ για εσένα!
Όταν το μωρό δεν αισθάνεται ότι η μητέρα του θέλει να ικανοποιήσει τις ανάγκες του, μπορεί να πιστέψει ότι αυτές είναι ντροπιαστικές ή επιβαρυντικές και να καταλήξει ότι δεν θα έπρεπε να τις έχει. Βιώνει πολύ μοναξιά σε αυτήν την εμπειρία.
• Θα σε προστατεύω!
Χωρίς την αίσθηση προστασίας, το παιδί μπορεί να νοιώθει ότι ο κόσμος είναι επικίνδυνος.
• Μπορείς να ξεκουραστείς μαζί μου!
Όταν το παιδί δεν αισθάνεται ασφαλές με τη μητέρα του ή νοιώθει ότι χρειάζεται να είναι σε εγρήγορση μαζί της, είτε γιατί απειλείται, είτε γιατί κρίνεται, δεν θα νοιώθει ποτέ «σαν το σπίτι του» μαζί της.
• Απολαμβάνω την παρουσία σου! Δίνεις φως στην καρδιά μου!
 
Όταν το παιδί δεν αισθάνεται ότι η μητέρα του απολαμβάνει την παρουσία του, πολύ πιθανόν να καταλήξει να σκέφτεται ότι είναι ένα βάρος που δεν το θέλει κανένας και ότι καταλαμβάνει πολύ χώρο.
 
Τι γίνεται λοιπόν όταν συνειδητοποιούμε ότι δεν έχουμε λάβει αυτά τα μηνύματα από τη μητέρα μας ή τα έχουμε λάβει με έναν αμφιθυμικό τρόπο;
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η προσωπική μας υποκειμενική ιστορία των παιδικών μας χρόνων είναι εξ’ορισμού εγωκεντρική. Ερμηνεύουμε τον κόσμο σύμφωνα με την εμπειρία μας. Ο καθένας μας γνωρίζει τη μητέρα του σύμφωνα με αυτό που ήταν για εκείνον, άρα χάνουμε ένα μεγάλο κομμάτι της. Ένα σημαντικό μέρος της θεραπείας ενέχεται στο να την δούμε ως ένα ολοκληρωμένο άτομο με περιορισμούς και δυνατότητες. 
 
Οτιδήποτε δεν θεραπεύεται, επαναλαμβάνεται. Συνήθως, οι γονείς τείνουν να είναι «ελλιπείς» και να «τραυματίζουν» τα παιδιά τους στην ίδια αναπτυξιακή ηλικία που είχαν τραυματιστεί και εκείνοι. Κάποιοι φροντίζουν να δώσουν στα παιδιά τους αυτό που εκείνοι δεν είχαν και ίσως κάποιες φορές αυτό είναι αρκετό. Κάποιες άλλες φορές όμως, το παιδί δεν έχει ανάγκη αυτό που έλειπε στο γονιό του ως παιδί και καταλήγουν οι ανάγκες του να παρερμηνεύονται, ή να μην εκλαμβάνονται καθόλου από το γονιό του.
Το πιο σημαντικό πράγμα που μπορεί να κάνει μια μητέρα ώστε να μην επαναληφθεί η ίδια ιστορία είναι να διαβάσει και να φροντίσει να θεραπεύσει τις πληγές της. Να μπορέσει να προχωρήσει πέρα από τις δικές της ανεπάρκειες, φόβους και άμυνες και να μαλακώσει η καρδιά της.